Η Γενοκτονία που (δεν πρέπει να) περνάει στα ψιλά

Ένας συντάκτης με ποντιακές καταβολές γράφει για τη σημαντικότητα της σημερινής επετείου.

Σε μια γωνιά του Αιγάλεω υπάρχει μια πλατεία κι αυτή η πλατεία έχει ένα γλυπτό σε μια γωνιά της. Στην αναπαράσταση θα δεις μεταξύ άλλων και μια μάνα που κρατάει αγκαλιά το παιδί της. Μπορεί το λευκό μάρμαρο να μην το μαρτυράει, αλλά ποντάρω στο ότι είναι μαυροφορεμένη. Μαύρα φοράς όταν πενθείς και η συγκεκριμένη, κυνηγημένη από τον τόπο της, καταβεβλημένη από τον χαμό δικών της ανθρώπων, αβέβαιη για το επόμενό της βήμα, πενθεί. Για την μικρή πατρίδα που άφησε πίσω όταν μούγκρηξε ο εθνικισμός των Νεότουρκων και την ανάγκασε να αφήσει τα κόκαλα του πατέρα της της και τα όνειρα του αγέννητου παιδιού της σε ένα κάποιο στρέμα της Τραπεζούντας, της Σαμψούντας, της Σινώπης. Της παρευξείνιας γης όπου ευδοκίμησε ο Ποντιακός Ελληνισμός για χρόνια που δύσκολα τα μετράς. 

Η μαυροφορεμένη γυναίκα δεν συμπεριλαμβάνεται ανάμεσα στις 353.000 θύματα της Γενοκτονίας των Ποντίων, ξέφυγε. Προτιμώ την εναλλακτική εικόνα: ένα βαπόρι που την μεταφέρει στην Ελλάδα, μια σκηνή στημένη πρόχειρα, μια δουλειά που τη βοηθάει να ορθοποδήσει. Χρόνια πολλά που δεν σηκώνει κεφάλι, χρόνια τελευταία και καλά που κοιτάζει πίσω της και βλέπει παιδιά, εγγόνια και δισέγγονα να χτίζουν, να δημιουργούν και να αποτελούν παράδειγμα προς μίμηση για τους ελλαδίτες που τους δείχνουν και λένε: «σαν τους Πόντιους, κανείς. Έχασαν την πατρίδα τους κι έχτισαν την Πατρίδα». Τα όσα έζησε, την επισκέπτονται καθημερινά μέσα της. Δεν της χρειάζεται μια κάποια θεσμοθετημένη ημερομηνία για να γυρίσει τη σκέψη της σε όσα μάτωσαν τη φυλή της. Δεν της χρειάζεται, ας πούμε, μια 19η Μάη.

Διαβάστε περισσότερα στο Ratpack.gr

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί cookies. Με τη χρήση αυτού του ιστότοπου, αποδέχεστε τους Όρους Χρήσης ×