Τελικά Εθνική Ελλάδας, ποια ακριβώς είσαι;

Εθνική Ελλάδας: Ισπανία – Ονδούρα – Γεωργία. Οι τρεις διαφορετικές θέσεις στον διακόπτη που πρέπει να γυρίσει ο Φαν'τ Σχιπ.

Η Εθνική ομάδα ποδοσφαίρου, έχει πολλά και διαφορετικά πρόσωπα – και μας τα έχει δείξει όλα μέσα σε ένα σχετικά μικρό χρονικό διάστημα: είναι αυτή που απέτυχε να τερματίσει πρώτη σε έναν μάλλον εύκολο όμιλο του Nations League και παράλληλα είναι αυτή που σταμάτησε - με μεθοδικότητα, πειθαρχία και τακτική προσήλωση - την «πολεμική μηχανή» που λέγεται Ισπανία.

Είναι αυτή που δυσκολεύεται να παράξει φάσεις σε ένα σωρό παιχνίδια αλλά ταυτόχρονα και αυτή που έδειξε επιθετικές αρετές κόντρα στην Ονδούρα. Είναι αυτή που έχει «εξοβελίσει» τους τρεις κορυφαίους Έλληνες κεντρικούς αμυντικούς από τις τάξεις της (Μανωλά, Παπασταθόπουλο, Σιόβα), που έχασε τον Χατζηδιάκο λίγο πριν τη σέντρα με την Ισπανία, που πήγε με το αδοκίμαστο δίδυμο Τζαβέλλα - Κυριάκου Παπαδόπουλου στο κέντρο της άμυνας και ήταν «μπετό». Και είναι αυτή που «ξεκατινιάζεται» κάθε τρεις και λίγο, τρώει τις σάρκες της και κάνει κακό reality στα αποδυτήριά της αλλά και αυτή που πανηγυρίζει σαν μια παρέα τα γκολ και τις επιτυχίες της. Ποια είσαι τελικά Εθνική Ελλάδας;

Είναι και το ένα και το άλλο και το παράλλο, διότι είναι αυτό ακριβώς που λέει το όνομά της: Εθνική Ελλάδας. Και ως Έλληνες, είναι και μανούρηδες και αγαπημένοι και γκρινιάρηδες και μονιασμένοι και όλοι μαζί και ο καθένας χώρια. Οπότε μια από τις δουλειές που έχει να κάνει ο Φαν Σχιπ, πέραν του να προετοιμάσει τακτικά την ομάδα, να διαλέξει την καλύτερη 11άδα ανάλογα με το παιχνίδι και να κοουτσάρει, είναι και να βρίσκει κάθε φορά τον τρόπο να παίρνει το καλύτερο δυνατόν από τους παίκτες που έχει στη διάθεσή του.

Πέρα από ψίθυρους, κουτσομπολιά, στοχευμένα δημοσιεύματα και οργισμένα τηλεφωνήματα. Πέρα από γραφικότητες και σαχλαμάρες, μικροπολιτικά παιχνίδια και άναρθρες κραυγές. Κυρίως πέρα απ’ όλους αυτούς που εύχονται ολόψυχα να αποτύχει η Εθνική ομάδα για να κουνήσουν μετά το δάχτυλο και να λένε καμαρωτοί «τα λέγαμε εμείς».

Το μεγάλο στοίχημα του προπονητή μας, είναι να βάλει το χέρι του στο διακόπτη και να τον γυρίζει ανάλογα με τον αντίπαλο και ανάλογα με το παιχνίδι. Να γυρίζει το μπουτόν στο «φουλ άμυνα» όταν πρέπει, όταν ο αντίπαλος είναι ανώτερος, όταν ο μόνος τρόπος να έρθει αποτέλεσμα είναι η προσοχή και η απόλυτη προσήλωση. Να γυρίζει στη συνέχεια το μπουτόν στην ένδειξη «Δημιουργία και Επιθετικότητα» όταν η Εθνική «οφείλει» να επιβληθεί και να κερδίσει, όπως «οφείλει» να κάνει κόντρα στη Γεωργία και το Κόσσοβο. Και τέλος να επιλέξει τη θέση «Συνετή Διαχείριση» απέναντι στη Σουηδία, την ομάδα που μπορούμε να παλέψουμε για τη δεύτερη θέση.

Αυτή τη στιγμή μπροστά μας είναι η Γεωργία και πρέπει οπωσδήποτε να πάρουμε τους τρεις βαθμούς - Ισπανία και Σουηδία, άλλος εύκολα και άλλος δύσκολα προχώρησαν με νίκες. Η εικόνα με την Ονδούρα ήταν ευχάριστη, ήταν ενθαρρυντική αλλά είναι και «παγίδα»: τόσες πολλές αλλαγές δεν θα έχουμε σε σχέση με το ματς με την Ισπανία και η Γεωργία θα είναι πολύ πιο προσεκτική και σφιχτή σε σχέση με την Ονδούρα, που ήρθε να παίξει το παιχνίδι της και να πάρει αποτέλεσμα.

Η Εθνική μας δεν πρέπει να «μιζεριάσει» αλλά δεν πρέπει και να ανοιχτεί απερίσκεπτα. Δεν χρειάζεται να αμυνθεί μαζικά αλλά δεν χρειάζεται και να επιτεθεί απρόσεκτα. Σε κάθε περίπτωση όμως, αυτή πρέπει να πάρει στα χέρια της τη μπαγκέτα και να ορίσει το ρυθμό του αγώνα: οι Γεωργιανοί θα μας περιμένουν πίσω και θα προσπαθήσουν να μας κάνουν ό,τι κάναμε εμείς στην Ισπανία - να βρουν δηλαδή την ευκαιρία σε κάποια αντεπίθεση ή κάποια στατική φάση για να κάνουν τη ζημιά.

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί cookies. Με τη χρήση αυτού του ιστότοπου, αποδέχεστε τους Όρους Χρήσης ×