Επαναλαμβάνοντας τα περσινά λάθη

Ο «άσος» δεν είναι πολυτέλεια, αλλά επιτακτική ανάγκη.

Το μάθημα που πήρε ο Παναθηναϊκός από την «φρέσκια» στην Ευρωλίγκα Μονακό, ήταν σκληρό. Δεν ήταν ούτε «διδακτικό», ούτε «χρήσιμο», ούτε τίποτα παρόμοιο απ’ αυτά που λέμε καμιά φορά σε τέτοιες περιπτώσεις. Ήταν μια ηχηρή απόδειξη ότι αυτή η ομάδα, όσο συγκεντρωμένη κι αν είναι στην άμυνα, ό,τι και να προσπαθεί να κάνει ο Παπαπέτρου ή ο Παπαγιάννης, όσο γρήγορα κι αν συνέλθει ο Νέντοβιτς ή μπει στην εξίσωση ο Μέικον, θα ξεκινάει με την πλάτη στον τοίχο όσο δεν υπάρχει ένας παίκτης που να μπορεί να ξεδιπλώσει το παιχνίδι της. Οι μηδέν ασίστ στην πρώτη περίοδο και οι 7 συνολικά σε 40 λεπτά μιλάνε από μόνες τους...

Διότι είναι καλή η άμυνα και πραγματικά μπορεί να σου δώσει ώθηση για να επιτεθείς, να βγάλεις αιφνιδιασμούς, να βρεις ρυθμό, να σπάσεις τον «τσαμπουκά» του αντιπάλου. Αλλά για να υπάρχει αποτέλεσμα, πρέπει η καλή άμυνα να συνδυάζεται με μια – τουλάχιστον αξιοπρεπή – επιθετική λειτουργία. Να βρεθεί δημιουργία, ώστε να έρθουν εύκολοι πόντοι. Να γίνει σωστά το πικ-εν-ρολ. Να βγουν αφύλαχτα σουτ μέσα από την κυκλοφορία. Χωρίς τίποτε από όλα αυτά, μένουν οι ατομικές ενέργειες, τα σουτ εκτός λογικής, η φιλοτιμία κάποιου ή οι «τρέλες» κάποιου άλλου. Πράγματα που φυσικά δεν αρκούν για να σταθείς σε επίπεδο Ευρωλίγκας.

Έχοντας τον Πέρι σε μια εφιαλτική βραδιά στο ντεμπούτο του στη διοργάνωση, με 0 στα 10 σουτ και χωρίς ούτε να μπορεί να δημιουργήσει για τους συμπαίκτες του, τον Νέντοβιτς να ψάχνει ακόμα τα πατήματά του μετά από την μακροχρόνια απουσία του και τον Μέικον να ξυπνάει στο φινάλε του ματς και να μας θυμίζει αυτό που ξέραμε (ότι δηλαδή είναι πολύ «δυάρι» και σχεδόν καθόλου «άσος»), φτάσαμε να δούμε ξανά – μανά σε ένα διάστημα του αγώνα τον Σαντ – Ρόος να παίζει πλέι-μέικερ. Αυτό δηλαδή που δοκιμάστηκε πέρυσι αλλά δεν «τσούλησε», αυτό που υποτίθεται ότι θα έπρεπε να είναι το πρώτο πράγμα που θα διορθωθεί φέτος αλλά δεν διορθώθηκε, αυτό που πλήγωσε τόσο πολύ την ομάδα σε ολόκληρη την προηγούμενη χρονιά, αλλά έχει μείνει μια ανοιχτή πληγή.

Και θα παραμείνει πληγή, ακόμα κι αν ο Πέρι αρχίζει να παίζει σαν «παίκτης Ευρωλίγκας», όπως τον είδαμε στο περίπου να κάνει στο τουρνουά «Παύλος Γιαννακόπουλος». Ακόμα κι έτσι όμως, πάλι θα λείπει ο «άσος» που θα μοιράζεται τα λεπτά συμμετοχής μαζί του και θα φέρει ηρεμία στο παιχνίδι της ομάδας και σιγουριά στους συμπαίκτες του – έτσι νιώθει κάποιος, όταν ξέρει πως υπάρχει ο πλέι-μέικερ που ξέρει πότε να πατήσει το γκάζι και πότε να τραβήξει χειρόφρενο, πότε να κάνει διείσδυση και πότε να ψάξει την πάσα στην περιφέρεια. Ναι, αυτοί οι παίκτες που τα κάνουν όλα αυτά καλά κοστίζουν. Και είναι δυσεύρετοι – τουλάχιστον αυτοί που γνωρίζουμε από την Ευρωλίγκα. Αλλά μπάσκετ δεν παίζουν μόνο στην Ευρωλίγκα – υπάρχουν κι αλλού «πορτοκαλιές».

Όσο κι αν μαζεύτηκε η διαφορά στο φινάλε, που έπεσε από τους 22 στους 12 πόντους, κανένα «σκουπίδι» δεν κρύφτηκε κάτω από κανένα «χαλί»: η απόκτηση ενός «άσου» είναι σίγουρα οικονομική υπέρβαση, είναι δύσκολη υπόθεση το να μην λαθέψεις, αλλά είναι παράλληλα και επιτακτική ανάγκη και όχι «πολυτέλεια» ή «κερασάκι στην τούρτα». Διαφορετικά, ο Παναθηναϊκός κινδυνεύει να πάθει ό,τι και πέρυσι: να «εθιστεί» στις ήττες, να ξενερώσουν και οι παίκτες και ο κόσμος του και να τερματίσει πολύ χαμηλά και στη φετινή διοργάνωση, όπως συνέβη και στην περσινή. Πράγματα που δεν αρμόζουν ούτε στο όνομά του, ούτε στην ιστορία του, ούτε στη βαριά του φανέλα.

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί cookies. Με τη χρήση αυτού του ιστότοπου, αποδέχεστε τους Όρους Χρήσης ×