Οι προτεραιότητες του Ιβάν

Πριν μοντάρει το «από τη μέση και μπροστά», ο Γιοβάνοβιτς φρόντισε να θωρακίσει το «από τη μέση και πίσω».

Δεν είναι καθόλου τυχαίο ή συμπτωματικό που οι περισσότερες μεταγραφές που έχει κάνει ως τώρα ο Παναθηναϊκός – για την ακρίβεια όλες, πλην του Τσέριν – αφορούν στην άμυνα: Λοντίγκιν για το τέρμα, Γκάνεα για το αριστερό άκρο, Μάγκνουσον για τη θέση του Βέλεθ. Μπορεί να υπήρχαν δεδομένες ανάγκες για τον άξονα, τα εξτρέμ και την επίθεση (ειδικά εκεί έγινε ακόμα πιο επιτακτική μετά την αποχώρηση Μακέντα), αλλά ο Ιβάν Γιοβάνοβιτς έστρεψε πρώτα την προσοχή του στη θωράκιση της άμυνας.

Γιατί; Διότι από κάπου πρέπει να ξεκινήσεις και όταν ξεκινάς «ξεμπερδεύοντας» με τα αμυντικά σου κενά, έχεις μια καλή βάση για να πατήσεις και να προχωρήσεις παραπέρα. Ο Λοντίγκιν ανεβάζει και τον ανταγωνισμό και την ποιότητα στη θέση του τερματοφύλακα, ο Χουάνκαρ δεν είναι πια μόνος και έρημος στη θέση του αριστερού μπακ, ο Σάντσες ανανέωσε ώστε να «κλειδώσει» η θέση του δεξιού μπακ με τον Αργεντινό, τον Κώτσιρα και τον Βαγιαννίδη και κάπως έτσι ο Γιοβάνοβιτς νιώθει πιο «ξεγνοιαστος», ώστε να βρει τα κομμάτια που του λείπουν από τη μέση και μπροστά.

Ο Παναθηναϊκός, από το Γενάρη και μετά, απελευθερώθηκε, «λύθηκε» και βρήκε τη χημεία και τους αυτοματισμούς του, που του επέτρεψαν να παίξει ωραία μπάλα, να ανεβάσει την απόδοσή του, να καταφέρει να μπει στα play-offs, να εξασφαλίσει την ευρωπαϊκή του συμμετοχή μέσω πρωταθλήματος και σαν κερασάκι στην τούρτα να πάρει εντέλει και το κύπελλο. Τα έκανε όλα αυτά χωρίς να έχει φορ – σημείο αναφοράς, χωρίς να βρει πολλά γκολ από στατικές φάσεις ή σκορ από τα χαφ του, αντιθέτως βρήκε δημιουργία και γκολ από τα εξτρέμ του, Παλάσιος και Αϊτόρ. Αυτό ήταν ένα τρικ, ένα «τέχνασμα», που κανείς δεν μπορεί να υποσχεθεί ότι θα λειτουργήσει και φέτος: η ομάδα, όπως κάθε ομάδα που έχει στόχους, χρειάζεται τουλάχιστον έναν «γκολτζή», χρειάζεται έναν σοβαρό αριθμό γκολ από τα χαφ της, χρειάζεται διαφορετικούς παίκτες που να μπορούν να «τραβήξουν το κάρο από τη λάσπη», όταν το κάρο κολλήσει.

Η περσινή ομάδα, δούλεψε καλά διότι λειτούργησε πάνω απ’ όλα σαν ομάδα. Υπήρχε καλή επικοινωνία στο γήπεδο, διότι υπήρχαν καλά αποδυτήρια. Υπήρχε αποτελεσματικότητα στο γήπεδο διότι δεν υπήρχαν φαγωμάρες και «βεντετιλίκια». Υπήρξε συσπείρωση, διότι όλοι κατάλαβαν ότι η Ευρώπη και το κύπελλο ήταν κάτι σημαντικό και για την ομάδα και για τον κόσμο και για τους ίδιους. Από την περσινή ομάδα, έφυγαν παίκτες 11άδας, από τους οποίους αντικαταστάθηκε μόνο ο Βέλεθ – το κενό του Γκατσίνοβιτς και του Βιγιαφάνιες δεν έχει γεμίσει ακόμα.

Μόνο που είναι πιο εύκολο να βρεις μερικούς καλούς αμυντικούς, παίκτες που είναι ικανοί στο να «καταστρέφουν» το παιχνίδι του αντιπάλου, παρά να βρεις αυτούς που θα φτιάξουν και θα «ομορφύνουν» το παιχνίδι το δικό σου. Και σωστά ο Γιοβάνοβιτς πρώτα ασχολήθηκε με όλες τις αμυντικές εκκρεμότητες, ώστε να μπορέσει, πολύ προσεκτικά και πολύ στοχευμένα να ασχοληθεί με τις υπόλοιπες θέσεις, που δεν είναι και λίγες: δυο ακόμα κεντρικά χαφ, δυο εξτρέμ και ένας επιθετικός, έστω κι αν δεν προορίζονται όλοι για «βασικοί», μοιάζει αρκετά δύσκολη υπόθεση.

Ο Παναθηναϊκός θα πάει στα πρώτα του ευρωπαϊκά παιχνίδια ποντάροντας στην αμυντική του συνέπεια, στην ποιότητα των εξτρέμ του και σε έναν άξονα που θα έχει περισσότερη «σκληράδα» και λιγότερη δημιουργία. Θα πάει στα «σίγουρα», όσο μπορεί πιο μυαλωμένα και κυνικά, ώστε να μπορέσει να πάρει την πρόκριση και να βρεθεί ένα βήμα πιο κοντά σε ευρωπαϊκό όμιλο. Θα πάει με την ελπίδα και την ευχή να μην έχει κάποιον τραυματισμό παίκτη που είναι κομβικός στο πλάνο του προπονητή και με την προσδοκία ότι οι παίκτες που θα έρθουν, δεν θα αργήσουν να μπουν στο κλίμα, ώστε γρήγορα να μπουν και στην 11άδα. Ρισκάρει ο Γιοβάνοβιτς, αλλά τουλάχιστον καταλαβαίνουμε ότι είναι ένα ρίσκο για το καλό της ομάδας: ότι δεν παίρνει παίκτες απλά για να τους πάρει, ότι δεν ψωνίζει ό,τι του πλασάρουν οι μανατζαραίοι και δεν υποθηκεύει το μέλλον της ομάδας με (α)διάφορους Αγιούμπ και Μπεκ, με παίκτες δηλαδή που ούτε έχουν τη διάθεση να προσφέρουν, ούτε να σηκωθούν να φύγουν, απλά αράζουν πάνω στα συμβόλαιά τους, «πιάνουν θέση», επιβαρύνουν το μπάτζετ και δυσκολεύουν τη ζωή ολόκληρης της ομάδας.

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί cookies. Με τη χρήση αυτού του ιστότοπου, αποδέχεστε τους Όρους Χρήσης ×